διόγνητον

διόγνητον
Διόγνητος
masc/fem acc sg
Διόγνητος
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Διόγνητον — Διόγνητος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Διόγνητον, επιστολή προς- — Απολογητική χριστιανική πραγματεία του 2ου αι. μ.Χ. σε τύπο επιστολής. Ο συγγραφέας της παραμένει άγνωστος. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του περιεχομένου της επιστολής είναι ότι o συγγραφέας απορρίπτει την ελληνική και την ιουδαϊκή θρησκευτική… …   Dictionary of Greek

  • Epistle to Diognetus — Part of a series on Eastern Christianity …   Wikipedia

  • Diognētus — Diognētus, Stoiker, Lehrer des Kaisers Marc Aurel. Unter den patristischen Schriften kommt eine Ηπιστολὴ πρὸς Διόγνητον, wahrscheinlich einen andern, vor, welche einen Abriß der christlichen Sitte u. Lehre enthält u. diese dem heidnischen Götter… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • απολογητική — Ονομάζεται έτσι με ευρύτερη σημασία το τμήμα της διαλεκτικής που έχει σκοπό την υπεράσπιση της αλήθειας (από το ρήμα απολογούμαι, δηλαδή υπερασπίζω τον εαυτό μου). Από αυτή την άποψη μπορούν να θεωρηθούν απολογητικοί οι λόγοι μερικών αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”